ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΚΑΤΑ
ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
ΜΙΑ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
του Δημήτρη Άλτα
Από όλα τα γνωστά έμβια όντα ο
άνθρωπος είναι το μόνο που διαθέτει νοημοσύνη, ομιλία και αυτοσυνείδηση. Το
μόνο που επενεργεί στην φύση όχι μόνο παθητικά με την παρουσία του, αλλά έχει
την δυνατότητα να την μεταβάλλει και να την χρησιμοποιεί προς όφελός του. Αλλά
όλα αυτά έχουν ένα σημαντικό αντίτιμο. Ο
άνθρωπος είναι το μόνο έμβιο όν που απέκτησε επίγνωση της θνητότητάς του. Το
μήλο της Γνώσης που γεύτηκε τον εξόρισε δια παντός από τον Παράδεισο της
Άγνοιας και τον γέμισε με το Άγχος του
Θανάτου. ( προπατορικό αμάρτημα ).
Ο άνθρωπος συνειδητοποιεί
ότι το μόνο βέβαιο και αναπόφευκτο μελλοντικό γεγονός στην ζωή του αλλά και
στην ζωή των συνανθρώπων του είναι ο θάνατος. Η πορεία προς τον θάνατο
αρχίζει με την γέννηση του κάθε όντος
και αυτή η τρομακτική σκέψη, εμποδίζει τον άνθρωπο να απολαύσει πραγματικά την
ζωή του και να γευτεί την ηδονή της ύπαρξής του.
Τι όμως είναι αυτό που
φοβόμαστε στον θάνατο;
Μία πιθανή επώδυνη πορεία
προς το αναπόφευκτο τέλος;
Την απώλεια των
αγαπημένων μας προσώπων που θα συνεχίσουν να ζουν ερήμην μας και όσων υλικών
αγαθών αποκτήσαμε κατά την διάρκεια του βίου μας;
Την λήθη;
Τις ομορφιές της φύσης
που δεν θα ξαναπολαύσουμε;
Μήπως είναι ο φόβος του
αγνώστου για το επέκεινα;
Ο υπαρξιακός φόβος του
θανάτου συνδέεται άρρηκτα με δύο άλλα ερωτήματα: Υπάρχει αθάνατη ψυχή ώστε ένα
κομμάτι μας να επιβιώνει του θανάτου και να περνά σε μία άλλη αθάνατη ζωή;
Υπάρχει Θεός, δημιουργός και ρυθμιστής των πάντων, που επιβραβεύει ή τιμωρεί
τις ψυχές ανάλογα αν έχουν τηρήσει κάποιες αρχές και κανονισμούς στην επίγεια
ζωή;
«Κενός εκείνου Φιλοσόφου
λόγος υφ’ ου μηδέν πάθος ανθρώπου θεραπεύεται. Ώσπερ ιατρικής ουδέν όφελος μη
τας των σωμάτων νόσους εκβαλούσης, ούτω
φιλοσοφίας ή μη το της ψυχής εκβάλλει πάθος.» Είναι κενολογία εκείνος ο
φιλοσοφικός λόγος που δεν βοηθά να θεραπευτεί η ανθρώπινη αγωνία. Όπως η
ιατρική είναι άχρηστη αν δεν μπορεί να θεραπεύσει τις νόσους του σώματος έτσι
είναι και η φιλοσοφία εξ ίσου άχρηστη αν δεν μπορεί να ανακουφίσει την ψυχή από
το πάθος.
Αυτό πρέσβευε ο
Επίκουρος. Πώς όμως θα θεραπευτεί το ανθρώπινο πάθος που αλυσοδένει την
ανθρώπινη ψυχή και δεν την αφήνει να γευτεί την Ευδαιμονία;
Βασική προϋπόθεση για τον
Επίκουρο ήταν η αντιμετώπιση του φόβου των ανθρώπων για τους θεούς και τον
θάνατο. Ο φόβος αυτός καθιστούσε τους ανθρώπους υποχείρια των ιερατείων που
φρόντιζαν πάντα έντεχνα να τον καλλιεργούν, χάριν των εκάστοτε εξουσιών, και
τους καταντούσε έρμαια προλήψεων και δεισιδαιμονιών, που τους βύθιζαν στις
ενοχές και την δυστυχία.
Το φάρμακο του Δάσκαλου
για να απελευθερωθεί ο άνθρωπος ήταν η νηφάλια ορθολογική μελέτη της φύσης, με
έμφαση στην φυσική εξήγηση όλων των φαινομένων είτε είναι αυτή γνωστή αυτή είτε
όχι και χωρίς μεταφυσικές αναφορές ώστε να καταπολεμηθούν οι μύθοι και οι
δεισιδαιμονίες.
Οι Θεοί υλικοί απόμακροι
και μάκαρες απωθημένοι στα μετακόσμια αποτελούν απλά παραδείγματα ευδαιμονίας
για τους θνητούς και δέν παρεμβαίνουν στα των ανθρώπων. Ούτε οργίζονται με κανένα,
ούτε χαρίζονται σε κανένα, ούτε εξευμενίζονται απο κανένα γιατί αυτά τα
συναισθήματα χαρακτηρίζουν κατώτερα όντα. Στίς δυσκολίες και τις οδύνες της ζωής μας λοιπόν και στην επιθανάτια
αγωνία δέν πρόκειται να μας συμπαρασταθούν οι αδιάφοροι θεοί αλλα οι αγαπημένοι
φίλοι.
Για τον Επίκουρο η ψυχή
είναι υλική και διαλύεται με τον θάνατο του σώματος ώστε αυτό παύει να
αισθάνεται. Για μας τους σύγχρονους Επικούρειους, είναι η εκδήλωση των
περίπλοκων ανώτερων εγκεφαλικών
λειτουργιών και παύει να υφίσταται με τον θάνατο του εγκεφάλου. Επομένως
δεν έχουμε να ανησυχούμε για το επέκεινα, να φοβόμαστε τιμωρίες, ή να ελπίζουμε
σε επιβραβεύσεις. Και εφόσον τον θάνατο συνοδεύει η αναισθησία και η ανυπαρξία
καμία λύπη δεν μπορεί να νοηθεί για ότι μένει πίσω.
Ο θάνατος επομένως είναι
ένα τίποτα για μας όπως λέει ο Επίκουρος γιατί όταν εμείς ζούμε αυτός δεν
υφίσταται και όταν αυτός είναι παρόν εμείς δεν υπάρχουμε για να τον
αντιληφθούμε.
Ο θάνατος των αγαπημένων
μας προσώπων μας προκαλεί βέβαια οδύνη και θρηνούμε, όχι γι αυτούς που χάθηκαν
αλλά για μάς, για την δική μας απώλεια,
για την στέρηση της ηδονής της παρουσίας τους.
Ο πόνος της αρρώστιας που
ταλαιπωρεί τον ετοιμοθάνατο ανήκει στην ζωή και μπορεί αμβλυνθεί με την
ανάκληση ευχάριστων αναμνήσεων και εμπειριών και με την συμπαράσταση των φίλων
όπως μας δίδαξε ο Δάσκαλος με το προσωπικό του παράδειγμα.
Πολλούς ανθρώπους όμως
τους τρομοκρατεί η σκέψη της ανυπαρξίας. Άς αναλογιστούμε όμως ότι κατά κάποιο
τρόπο η ανυπαρξία είναι η πρώτη «εμπειρία» μας. Είμαστε ανύπαρκτοι πριν
γεννηθούμε και θα είμαστε ανύπαρκτοι αφού πεθάνουμε. Τι λοιπόν έχουμε να φοβηθούμε;
Νομίζω προσωπικά ότι ο τρόμος αυτός οφείλεται στον εγωιστικό τρόπο που
αντιμετωπίζουμε την Φύση. Θεωρούμε ότι είμαστε το κέντρο του Σύμπαντος και ότι
όλα στην φύση έγιναν για να υπηρετούν την Μεγαλειότητά μας. Δεν αισθανόμαστε
μέρος της Φύσης αλλά στεκόμαστε απέναντί της. Δεν αντέχουμε την ιδέα ότι ο
Κόσμος θα συνεχίσει να υφίσταται χωρίς εμάς, χωρίς ο θάνατός μας να σημαίνει
τίποτα για το Σύμπαν. Επιζητούμε έτσι την Αθανασία, η μάλλον την ψευδαίσθηση
της Αθανασίας, στην επιδίωξη δύναμης, πλούτου και εξουσίας και την ακατάπαυστη δραστηριότητα και σπαταλούμε
έτσι τον λιγοστό μας χρόνο μέσα στην αγωνία και το άγχος για άχρηστα πράγματα,
για τις μη φυσικές και αναγκαίες ηδονές που λέει και ο Δάσκαλος και στο τέλος
πεθαίνουμε χωρίς να έχουμε ζήσει. Δεν περνά ποτέ από την σκέψη μας πόσο φρικτό
πρόσωπο θα είχε αυτή η Αθανασία που βλέποντάς την από μακριά την ποθούμε
όλοι, αν ήταν ποτέ δυνατό να την
κατακτήσουμε. Γιατί η ζωή είναι όμορφη επειδή ακριβώς υπάρχει ο Θάνατος. Κανείς
δεν πηγαίνει σε μία γιορτή βαρύθυμος γιατί σκέφτεται την ώρα που θα χρειαστεί
να αποχωρήσει. Αλλά την απολαμβάνει όσο μπορεί καλύτερα και στο τέλος αποχωρεί
πλήρης ικανοποίησης και χαράς. Γι αυτό έχει αξία να γευόμαστε την κάθε στιγμή
της ζωής μας, να χαιρόμαστε κάθε μέρα που περνά σαν να ήταν η τελευταία μας.
Καρπώσου την ημέρα λέει ο Βιργίλιος. Μην είσαι παρατηρητής της ζωής. Ζήσε! Αν
την ζωή μας την απλώναμε στην αιωνιότητα θα καταντούσε θάνατος, ανυπαρξία. Αν η
γιορτή τραβούσε αιώνια θα καταντούσε πλήξη και τυραννία. Αν ένα ποτήρι ακριβό
κρασί το χύσεις στην θάλασσα σίγουρα δεν θα πάρει η θάλασσα το άρωμά του!
Αλλά θα αντιτείνει
κάποιος αν η κατάληξη είναι η ανυπαρξία τότε ποιο είναι το νόημα της ζωής;
Ποιός είναι ο σκοπός της; Αλλα γιατί το νόημα πρέπει να προυποθέτει την
Αθανασία; Δέν φτάνουν τα ηλιοβασιλέματα που είδαμε, ο απέραντος ορίζοντας της
θάλασσας που αντικρύσαμε, οι έρωτες που γευτήκαμε, οι φίλοι μας που χαρήκαμε,
το γέλιο και η αγκαλιά των παιδιών μας που απολαύσαμε, στον σύντομο χρόνο της
ζωής μας; Και γιατί πρέπει να υπάρχει κάποιος σκοπός γιά την ύπαρξή μας; Πόσο
μεγάλη ιδέα έχουμε αλήθεια για τον εαυτό μας;
Όμως παρ΄ όλα αυτά
υπάρχει τρόπος να επιβιώνουμε κατά
κάποιο τρόπο, για άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα και μετά τον θάνατό μας. Μέσα
μας, στο γονιδίωμά μας κουβαλάμε τα ίχνη εκατομμυρίων προγόνων και μαζί με αυτά
έχουμε περάσει και τα δικά μας ίχνη στα παιδιά μας. Αλλά και μόνο το γεγονός
ότι υπήρξαμε, σημαίνει εν γνώσει μας ή και χωρίς να το αντιληφθούμε, ότι
επηρεάσαμε άλλους ανθρώπους και αυτοί με την σειρά τους άλλους, όπως η πέτρα
που πέφτει στην ήρεμη λίμνη και δημιουργεί κυματισμούς που επεκτείνονται σε
ομόκεντρους κύκλους μέχρι τελικά να σβήσουν. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα, όπως
υποστηρίζει ο διάσημος Επικούρειος ψυχοθεραπευτής, Irvin Yalom που διατύπωσε
την θεωρία των κυματισμών, ότι αφήνουμε πίσω μας απαραίτητα την εικόνα μας ή το
όνομά μας, αλλά το ίχνος μας που μπορεί να είναι ένα κομμάτι της εμπειρίας μας,
κάποια ιδέα μας, μια διδαχή μας, το αποτέλεσμα μιας πράξης μας και μεταδίδεται
στους άλλους γνωστούς ή αγνώστους.
Αυτή είναι η μόνη
Αθανασία που μας προσφέρει η Φύση. Που δεν είναι ακριβώς Αθανασία αφού κάποτε
θα νικηθεί από την Λήθη. Αλλά θα μας ήταν άκρως ικανοποιητική αν δεν
τυφλωνόμασταν από τον ανόητο εγωισμό μας και καταδεχόμασταν να δούμε τους εαυτούς μας σαν κομμάτια και όχι σαν άρχοντες
της Φύσης.
Ο θάνατος είναι ο
Επίλογος στο Θεατρικό Έργο της Ζωής μας. Είναι φυσικό φαινόμενο και όχι μεταφυσική
πύλη για κάποιο επέκεινα. Ο Επικούρειος αγαπάει την ζωή αλλά δεν φοβάται τον
θάνατο. Ποτέ όμως δεν θα τον αποζητήσει σάν τρόπο διαφυγής απο τις δυσκολίες
της ζωής. Γιατί ο Επικουρισμός είναι η φιλοσοφία της θετικής σκέψης. Που βοηθά
τον άνθρωπο κάτω απο τις δυσκολότερες συνθήκες να γεύεται τα όποια ψήγματα
ηδονής που επιβεβαιώνουν την αξία της ζωής.
Άλτας Δημήτρης